Απο την “αυτοκριτική” στην κατανόηση - από την Λίνα Κα'ί'ρη

Στην εποχή μας, μία πολύ σημαντική δεξιότητα θεωρείται το να μαθαίνουμε απο τα λάθη μας. Συνήθως αυτή η δεξιότητα είναι συνδεδεμένη με την κριτική προς τον εαυτό μας. Καθώς με τον όρο κριτική σε αυτή την περίπτωση εννοούμε μία αρνητική αξιολόγηση, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε και τον όρο κατηγόρια προς τον εαυτό ή εν συντομία αυτοκατηγόρια. Μάλιστα, οι άνθρωποι, που κατηγορούν “γενναία” τον εαυτό τους, θεωρούνται ότι έχουν μια ανεπτυγμένη αίσθηση προσωπικής ευθύνης. Συχνά οι δύο αυτές έννοιες ταυτίζονται. Στην πραγματικότητα, όμως, έχουν πολλές διαφορές.

Η αυτοκατηγόρια περιγράφει μια κατάσταση όπου το άτομο έχει μετανιώσει για κάτι που έκανε (ή δεν έκανε) και προσπαθεί να το διορθώσει με μία διάθεση τιμωρίας προς τον εαυτό του. Συνοδεύεται από θυμό και αρνητικούς χαρακτηρισμούς για τον εαυτό όπως “Δεν έπρεπε να το πω αυτό, είμαι κακός”, ή “Έπρεπε να βοηθήσω, είμαι αναίσθητος”, κ.ά. Αυτούς τους χαρακτηρισμούς μπορεί να μην τους πιστεύει απολύτως σε συνειδητό επίπεδο καθώς με την λογική μπορεί κανείς να βρει επιχειρήματα να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Παρ’ όλα αυτά, το άτομο δεν μπορεί να μην αποδώσει αυτούς τους χαρακτηρισμούς στον εαυτό του. Μοιάζει με ενα τίμημα που χρειάζεται να πληρώσει, δηλαδή το να υποτιμήσει την ηθική του αξία, συχνά παίρνει την μορφή ενός καταναγκασμού. Συνήθως οι κατηγόριες αυτές προς τον εαυτό υπονοούν έμφυτα αρνητικά χαρακτηριστικά που αφορούν την ηθική του αξία, όπως “είμαι εγωιστής”, “ζηλόφθων”, “εκδικητικός”.

Η ψυχολογία όμως βασίζεται στην ιδέα ότι για όλα όσα αισθάνεται, σκέφτεται ή κάνει ο άνθρωπος, υπάρχουν λόγοι, που μπορεί κάποιος να έχει συνειδητοποιήσει ή όχι. Αν απομακρυνθεί κανείς για λίγο από τον δυαδικό τρόπο σκέψης (καλό-κακό), μπορεί να περάσει σε έναν πιο συνθετικό τρόπο αντίληψης, σαν να ανεβαίνει στην κορυφή του λόφου, από όπου μπορεί να δει ολόκληρο το τοπίο. Τότε μπορεί να εμβαθύνει, να αναγνωρίσει ότι οι συμπεριφορές του ή απλώς οι σκέψεις του συνδέονται με κάποια συναισθήματα και τα συναισθήματα με κάποια βιώματά του.

Κάθε συμπεριφορά αποτελεί μία επιλογή. Στην περίπτωση όμως της αυτοκατηγόριας, ο άνθρωπος δεν συνειδητοποιεί ότι η επιλογή του είχε στόχο να αποφέρει κάποιου είδους ικανοποίηση, ανακούφιση ή διέξοδο από μια κατάσταση που βίωνε ως απειλητική, περισσότερο απειλητική από την συμπεριφορά του. Η ανάληψη προσωπικής ευθύνης δεν αναφέρεται στις δικαιολογίες και τις εκλογικεύσεις για την συμπεριφορά μας. Αυτές συνήθως αποτελούν  άμυνα στην πίεση που φέρνει η  επίκριση στον εαυτό. Απεναντίας, η ανάληψη ευθύνης προυποθέτει το να παρατηρήσει κανείς την συμπεριφορά του με όσο γίνεται λιγότερη κριτική, ώστε να μπορέσει να εμβαθύνει και να κατανοήσει τους λόγους που συνέτρεξαν στο να κυριαρχήσει η συγκεκριμένη επιλογή. Η επιμονή στην κατηγόρια του εαυτού παρεμποδίζει αυτή την διεργασία κατανόησης, ανακυκλώνει την δυσάρεστη εικόνα για τον εαυτό μας και μας ωθεί σε περισσότερες αμυντικές συμπεριφορές για τις οποίες μετά μετανιώνουμε. Η έλλειψη δηλαδή κατανόησης του εαυτού καταλήγει σε δυσκολία αλλαγής. Αντίθετα, η αποδοχή και η κατανόηση αυτού που παρατηρεί κανείς στον εαυτό του μπορεί να καλλιεργήσει το έδαφος για να αναδυθούν εναλλακτικές και επιλογές που πριν δεν ήταν ορατές. Αν ο άνθρωπος σταθεί απέναντι στον εαυτό του με λιγότερη κριτική και περισσότερη περιέργεια, μπορεί να βιώσει τα “λάθη” του σαν σημεία στην προσωπική του διεργασία από τα οποία έχει να αντλήσει χρήσιμες πληροφορίες για τον ίδιο.

Βιβλιογραφία
Prochaska J., Norcross J. (2014). Systems of Psychotherapy: A Transtheoretical Analysis  8th edition. Cengage Learning. 271-272
Shaver K. (1985). The Attribution of Blame: Causality, Responsibility, and Blameworthiness. Springer-Verlag 1-8, 64-70, 74-77
Shapiro D. (2006). Self–Reproach and Personal Responsibility. Psychiatry: Interpersonal and Biological Processes. Guilford Press. 69 (1). 21-25
Formica M.J (2013, April 19) Self-blame: The Ultimate Emotional Abuse. Πηγή: https://www.psychologytoday.com/blog/enlightened-living/201304/self-blam...